Αποκαλυπτική ήταν η κατάθεση της πρώην υπεύθυνης ασφαλείας του Facebook Άρτεμις Σίφορντ στην επιτροπή PEGA του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για την στοχοποίησή της με το κακόβουλο λογισμικό Predator και το σκάνδαλο των υποκλοπών στην Ελλάδα.
Η κα Σίφορντ ξεκινώντας εξήγησε τα βασικά χαρακτηριστικά της περίπτωσής της και τις κρίσιμες διαστάσεις της.
«Δεν είμαι πολιτικός, δεν είμαι δημόσιο πρόσωπο, δεν είμαι μέλος κανενός κόμματος, δεν είμαι ούτε δημοσιογράφος. Είμαι ιδιώτης, πολίτης ενός κράτους με ισχυρές δημοκρατικές παραδόσεις και προσήλωση στο κράτος Δικαίου. Αν κάποιος σαν κι εμένα είναι σήμερα ενώπιόν σας, για να συζητήσει το ότι στοχοποιήθηκε με το Predator, φαίνεται ότι κανένας δεν μπορεί να αναμένει ότι είναι ασφαλής», είπε αρχικά η κα Σίφορντ.
Αμέσως μετά, υπογράμμισε την ταυτόχρονη παρακολούθησή της από το ελληνικό κράτος και την ΕΥΠ. «Όχι μόνο αυτά τα δύο εμφανίστηκαν ταυτόχρονα, όπως και σε άλλες περιπτώσεις, αλλά στην περίπτωσή μου χρησιμοποιήθηκαν για να στοχοποιηθώ με το Predator. Ο συνδυασμός της ισχύος του κράτους από την μία πλευρά και των τεχνολογικών δυνατοτήτων του κακόβουλου λογισμικού από την άλλη, όπως και σε άλλα περιστατικά, είναι πραγματικά τρομακτικός».
«Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου, πρέπει να δει κανείς πώς αντέδρασε το κράτος και η κυβέρνηση Μητσοτάκη και τι σημαίνει αυτό για σκάνδαλα αυτού του μεγέθους που αποκαλύπτονται. Να δει το ένστικτο αυτοπροστασίας της κυβέρνησης Μητσοτάκη, για τον περιορισμό του πολιτικού κόστους, με τις κρατικές Αρχές να υποβαθμίζουν το σκάνδαλο και τα θύματα να μην μπορούν να επιτύχουν την λογοδοσία των υπευθύνων, την καλύτερη επιτήρηση των μυστικών υπηρεσιών και της χρήσης κακόβουλων λογισμικών».
«Είμαι Έλληνας πολίτης, γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Ελλάδα. Έφυγα με την οικονομική κρίση όπως πολλοί της γενιάς μου, ψάχνοντας καλύτερες επιλογές Παιδείας και εργασίας. Ήταν ειδικά η δική μου γενιά που τέσσερα χρόνια πριν ήταν πολύ ενθουσιασμένη όταν ανέλαβε η κυβέρνηση, ότι θα είναι μια νέα σελίδα οικονομικής σταθερότητας, θεσμικής και κοινωνικής προόδου. Γι’ αυτό είναι θλιβερό για τη γενιά μου να βλέπει την αποσάθρωση των προοδευτικών θεσμών και την οπισθοδρόμηση του Κράτους Δικαίου, υπό το φως του σκανδάλου των υποκλοπών», όπως υπογράμμισε.
Επανέλαβε ότι εργάζεται σε μία μεγάλη εταιρεία στις ΗΠΑ, αλλά μεγάλο μέρος του χρόνου της αυτό το έκανε με τηλεργασία από την Ελλάδα, ειδικά την περίοδο της πανδημίας. «Το φθινόπωρο του 2021 έκλεισα ραντεβού για εμβολιασμό. Στην Ελλάδα όπως και σε άλλες χώρες αυτό γινόταν μέσω κρατικής ηλεκτρονικής πλατφόρμας, που χρησιμοποίησα για να κλείσω το ραντεβού. Το κράτος έστελνε sms πριν την ημερομηνία για να υπενθυμίσει το ραντεβού εμβολιασμού. Πήρα μερικά, περιείχαν το χρόνο, τον τόπο και τον χώρο του ραντεβού … λίγες ώρες μετά από ένα εξ αυτών, πήρα ένα ακόμη sms. Μοιάζει πανομοιότυπο με τα άλλα, με τον χρόνο, τον τόπο και τον χώρο. Η μόνη διαφορά σε αυτό το μήνυμα, είναι ότι περιλαμβάνει αίτημα να επιβεβαιώσω το ραντεβού και ένα link το οποίο πάτησα χωρίς να υποψιαστώ κάτι. Πήρα και άλλα sms στη συνέχεια, μία ημέρα πριν το ραντεβού».
«Ένα χρόνο μετά, δεν έχω λόγο να υποψιαστώ κάτι. Τότε βλέπω δημοσιεύματα στα ΜΜΕ για μεγάλο αριθμό ατόμων, δημόσιων προσώπων, πολιτικών αλλά και ιδιωτών, που φέρονται να στοχοποιήθηκαν με το Predator. Αρχικά δεν το πίστεψα, μου φάνηκε παρατραβηγμένο να γίνεται κάτι τέτοιο στην Ελλάδα. Δεν είναι χώρα που να έχει τέτοια “παράδοση”. Και μετά βλέπω το όνομά μου και συνειδητοποιώ ότι κάτι πρέπει να πηγαίνει πολύ στραβά, γιατί δεν μπορεί κάποιος να είχε συμφέρον να περιλάβει ψευδώς το όνομά μου σε αυτή τη λίστα, αν δεν ίσχυε. Δεν είναι δημόσιο πρόσωπο, δεν υπάρχει λόγος να περιλαμβάνομαι σε αυτήν», συνέχισε η κα Σίφορντ.
Επικοινώνησε με το Citizen Lab και αυτοί προσφέρθηκαν να κάνουν έναν έλεγχο από απόσταση στο κινητό της, από τον οποίο επιβεβαιώθηκε ότι στοχοποιήθηκε με το Predator, μέσω του συγκεκριμένου κακόβουλου link στο προαναφερθέν sms. «Συνειδητοποίησα ότι είχε έρθει από άλλο αριθμό, που παρίστανε ότι ήταν από κρατικό φορέα, με το link να παριστάνει ότι προέρχεται από την κρατική πλατφόρμα, με μία αμυδρή διαφορά, δύσκολα αντιληπτή. Με μετέφερε σε άλλο domain και με μόλυνε με το Predator».
«Δεν μπορώ να “διαβάσω” αυτά τα δεδομένα με άλλο τρόπο από το ότι όποιος μου έστειλε το κακόβουλο link είχε πρόσβαση όχι μόνο στις πληροφορίες από τα προηγούμενα sms για τον χρόνο, τόπο και χώρο του εμβολιασμού μου, αλλά και στο να βάλει “σφήνα” το κακόβουλο sms μεταξύ των κανονικών, λίγες ώρες αφότου ήρθαν τα πρώτα και πριν σταλούν τα τελευταία».
«Έτσι, δεν μου προκάλεσε έκπληξη όταν λίγες ημέρες μετά έμαθα από τις διαρροές στα ΜΜΕ ότι παρακολουθούμαι από τις μυστικές υπηρεσίες. Οι παρακολουθήσεις είχαν ξεκινήσει λίγους μήνες πριν την επίθεση με το Predator και κράτησαν ένα ολόκληρο έτος, έγιναν 6 ανανεώσεις, που είναι ένας πολύ υψηλός αριθμός όπως καταλαβαίνετε».
«Ένιωσα εξαιρετικά σοκαρισμένη, μόνη, κακοποιημένη, μολυσμένη με κάτι ψηφιακό που απωθεί τους άλλους και κρατούν απόσταση από εμένα. Και ταυτόχρονα φοβήθηκα, ότι αν μιλήσω και διαμαρτυρηθώ, αυτές οι δυνάμεις θα προσπαθήσουν να με απαξιώσουν, θα υπονοήσουν ότι υπήρχαν βάσιμοι λόγοι να στοχοποιηθώ, ότι έχω κάνει κάτι κακό», συνέχισε η κα Σίφορντ».
«Αναζήτησα τι μπορώ να κάνω. Είπα, “είμαι θύμα εγκλήματος. Σίγουρα το κράτος θα έρθει να με υποστηρίξει, θα μου δώσει τις οδούς για να αναζητήσω την λογοδοσία των υπευθύνων”. Δυστυχώς, δεν ήταν αυτή η πραγματικότητα. Προς μεγάλη μου απογοήτευση, μετά την αποκάλυψη της πρώτης περίπτωσης ταυτόχρονης παγίδευσης με Predator και υποκλοπής από την ΕΥΠ για τον δημοσιογράφο Θ. Κουκάκη, η κυβέρνηση Μητσοτάκη νομοθέτησε μπλόκο στη δυνατότητα ενημέρωσης των ατόμων που στοχοποιήθηκαν».
«Εργάζομαι σε θέματα ασφαλείας και κατανοώ την ανάγκη του κράτους να προστατεύει τα συμφέροντά του εις βάρος της ενημέρωσης των παρακολουθούμενων … αλλά το γεγονός ότι η δυνατότητα να ενημερώνονται οι στόχοι παρακολούθησης μπλοκαρίστηκε ακριβώς όταν ξέσπασε το σκάνδαλο, που επηρέαζε τόσο πολλά άτομα που δεν υπήρχε κανείς να φαντάζεται λόγο για τον οποίο να θεωρούνται απειλή για την εθνική ασφάλεια, δεν αφήνει περιθώριο σε κανέναν να ερμηνεύει αυτή την ενέργεια ως καλόπιστη. Προχώρησα σε καταγγελία στη Δικαιοσύνη όπως και άλλοι. Μέχρι σήμερα, παρά την έρευνα σε εξέλιξη δεν έχουν ασκηθεί διώξεις και δεν έχουν απαγγελθεί κατηγορίες σε κανέναν. Δεν έχω πολλές ελπίδες ότι θα βρεθεί όποιος γνωρίζει τι συνέβη, πόσο μάλλον ότι θα υπάρξει λογοδοσία. Μέχρι σήμερα δεν ξέρω γιατί στοχοποιήθηκα, δεν μπορώ να φανταστώ κανέναν βάσιμο λόγο, ακόμη και αβάσιμο, το κίνητρο για να υπάρχει τέτοιο ενδιαφέρον σε μένα από οποιονδήποτε», είπε η κα Σίφορντ.
«Είχα τουλάχιστον την ελπίδα ότι το κράτος θα αδράξει την ευκαιρία για μεταρρυθμίσεις στο θέμα των κακόβουλων λογισμικών, τόσο σε σχέση με τις μυστικές υπηρεσίες αλλά και τις εταιρικές εκδοχές. Δυστυχώς, και αυτή η ελπίδα συνεθλίβη βάρβαρα. Ελήφθηκαν λίγα θετικά μέτρα, όπως η σαφής απαγόρευση χρήσης εταιρικών εκδοχών και η εμπορία τους. Ελάχιστα ωστόσο αναφέρθηκαν σε σχέση με το τι μπορεί να κάνει μια κυβέρνηση. Την ίδια ώρα, δεν βελτιώθηκε η δυνατότητα της αρμόδιας ανεξάρτητης Αρχής να επιβλέπει και δημιουργήθηκε σύγχυση για τις αρμοδιότητες και τις δυνατότητές της. Πολύ σημαντικό, εμποδίστηκε η ενημέρωση όσων στοχοποιούνται για τρία χρόνια. Έτσι, για τρία χρόνια άνθρωποι σαν εμένα δεν μπορούν να πάνε στις Αρχές και να ενημερωθούν για το τι συνέβη … και στη συνέχεια, η πλειοψηφία της αρμόδιας Επιτροπής απαρτίζεται από τα ίδια άτομα που αρχικά εξέδωσαν τις σχετικές αποφάσεις παρακολούθησης. Υπάρχει σαφής σύγκρουση συμφερόντων», όπως τόνισε. «Τι σημαίνει αυτό για εμάς, για εμένα, για άλλους ανθρώπους στη θέση μου με τους οποίους μίλησα; Αισθάνονται φρικτά, δυσκολεύονται να μιλήσουν, έχουν τα πάντα να χάσουν και πολύ λίγα να κερδίσουν, ειδικά όταν δεν υπάρχει μία σαφής διαδικασία που να οδηγεί σε λογοδοσία, κάτι πολύ θλιβερό για την χώρα μου».
«Αν δεν σας ανησυχεί τίποτε άλλο, δείτε το γεγονός ότι χρησιμοποιούνται κακόβουλα λογισμικά στο εσωτερικό της Ελλάδας, αυτό συνδυάζεται με κρατικές παρακολουθήσεις όπως υποδεικνύουν τα στοιχεία, ενώ είναι καταλυτική η απουσία ελέγχου και οι εξαγωγές κακόβουλων λογισμικών υπό κρατική εποπτεία, ακόμη και σε χώρες όπως το Σουδάν όπου είναι σε εξέλιξη εμφύλιος πόλεμος, αλλά και στη Μαγαδασκάρη ή το Μπαγκλαντές. Πεθαίνουν άνθρωποι και αυτό εντελώς παράδοξα “επιστρέφει” πίσω ως κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια για την Ευρωπαϊκή Ένωση, όταν “κακοί” παίκτες στη διεθνή σκηνή αποκτούν τέτοια τεχνολογία επειδή εξάγεται από τις ίδιες τις χώρες της ΕΕ», τόνισε η κα Σίφορντ.
Κλείνοντας, εξέφρασε την ελπίδα η περίπτωση της κυβέρνησης Μητσοτάκη «να αποτελέσει τον καταλύτη για την ανάγκη να υπάρξουν ενέργειες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεδομένου ότι τα κράτη από μόνα τους δεν προστατεύουν επαρκώς τους πολίτες τους και δεν περιορίζουν την χρήση αυτών των κακόβουλων λογισμικών από μόνα τους».
ΕΥΠ και Predator χέρι-χέρι σε μία μόνη κοινή επιχείρηση
Στη συνέχεια και απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιου Κούλογλου η κα Σίφορντ εξήγησε λεπτομερώς ότι «όχι μόνο υποβλήθηκα ταυτόχρονα σε κρατική παρακολούθηση και στοχοποίηση με το κακόβουλο λογισμικό Predator (αυτά έχουν τεκμηριωθεί πλήρως), όπως οι κ.κ. Ανδρουλάκης, Κουκάκης και άλλοι που δεν έχουν βγει μπροστά, αλλά επιπρόσθετα στην περίπτωσή μου η κρατική παρακολούθηση χρησιμοποιήθηκε για να δημιουργηθεί η επίθεση με το κακόβουλο λογισμικό Predator. Οι πληροφορίες που αποκτήθηκαν από την κρατική παρακολούθηση των sms μου, για το ραντεβού εμβολιασμού μου, για τον χρόνο των sms, χρησιμοποιήθηκαν για να δημιουργηθεί ένα πολύ εξειδικευμένο μήνυμα sms που η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών δεν θα μπορούσε να θεωρήσει απάτη. Έτσι μολύνθηκα με το Predator».
Στο εναλλακτικό σενάριο, «κάποιος είχε πρόσβαση στις κρατικές βάσεις δεδομένων και τις πληροφορίες του ραντεβού μου. Αυτό είναι εξαιρετικά τραβηγμένο, γιατί θα έπρεπε να ξέρουν ότι έκλεισα ραντεβού και εγώ το έκανα σε “περίεργη” χρονική περίοδο, είχα κάνει την πρώτη δόση στις ΗΠΑ. Επίσης, επειδή θα έπρεπε να ξέρουν και τον χρόνο που λάμβανα τα επίσημα sms υπενθύμισης του ραντεβού, κάτι που δεν υπάρχει στις κρατικές βάσεις δεδομένων. Έτσι, το εναλλακτικό σενάριο δεν μοιάζει να “στέκει”».
«Η μόνη εξήγηση που μπορώ να δώσω με βάση τα δεδομένα είναι ότι η κρατική παρακολούθηση όχι απλώς έγινε την ίδια περίοδο, αλλά οι πληροφορίες από την κρατική παρακολούθηση χρησιμοποιήθηκαν για να μολυνθώ με το Predator, παρέχοντας τη δυνατότητα για μία τρομακτικά αποτελεσματική επίθεση με κακόβουλο λογισμικό», τόνισε η Σίφορντ.
«Τι λέει αυτό; Δείχνει πέραν κάθε λογικής αμφιβολίας ότι οι κρατικοί λειτουργοί ενήργησαν χέρι-χέρι και ενεργοποίησαν το link με το Predator σε μία μόνη και κοινή επιχείρηση. Δεν βλέπω κανένα άλλο τρόπο που η περίπτωσή μου να μπορεί να εξηγηθεί. Και μέχρι σήμερα η κυβέρνηση Μητσοτάκη το αρνείται αυτό. Δεν μπορώ να καταλάβω πως η κυβέρνησή μου, που είναι στη θέση της για την προστασία μου ως πολίτη της Ευρώπης, αρνείται κάτι που είναι εντελώς προφανές. Είναι πραγματικά θλιβερό».
Η καταγγελία για παρενόχληση
Στις ερωτήσεις που ακολούθησαν, η εισηγήτρια της PEGA Σοφί Ιν’τ Φελντ σημείωσε ότι ενώ σε άλλες περιπτώσεις υποκλοπών της ΕΥΠ και στοχοποίησης με το Predator ήταν αρκετά προφανής ο λόγος, αυτό δεν ισχύει στην περίπτωση της Σίφορντ. Επεσήμανε ότι «υπάρχει συνέντευξή σας τον Μάρτιο του 2021 σε γυναικείο περιοδικό, στο πλαίσιο αφιερώματος στα δικαιώματα της γυναίκας και τις περιπτώσεις σεξουαλικής παρενόχλησης. Σε αυτή την συνέντευξη αναφέρατε μια παρενόχληση από πολιτικό. Και λίγους μήνες μετά, μισό χρόνο μετά, ξεκινά η παρακολούθηση. Φαντάζεστε ότι υπάρχει σύνδεση;».
Απαντώντας, η κα Σίφορντ επανέλαβε ότι δεν εκτιμά πως η εργασία της στη Meta (την μετεξέλιξη του Facebook) ήταν ο λόγος της στοχοποίησής της, καθώς κανείς άλλος από αυτή την εταιρεία ή άλλη ομοειδή δεν στοχοποιήθηκε. «Σε σχέση με το άρθρο, ο σεξισμός και η παρενόχληση είναι τεράστιο θέμα παντού, ειδικά στην Ελλάδα όπως φοβάμαι ότι πρέπει να πω. Είναι μεγάλο θέμα και στην πολιτική και τη δημόσια ζωή που δεν έχει την προσοχή που επιβάλλεται κατά την γνώμη μου … κι εγώ όπως και άλλες γυναίκες έχουμε πέσει θύμα κάποιας μορφής τους. Δεν βλέπω γιατί το άρθρο θα αποτελούσε λόγο για όλα αυτά. Δεν αναφέρει ή “φωτογραφίζει” συγκεκριμένο πρόσωπο. Δεν υπάρχει κάποιος που να συνδέεται και θα είχε κίνητρο να με παρακολουθήσει. Αν κάποιος σε θέση ισχύος και με απεριόριστη πρόσβαση στο Predator έβλεπε αυτό το άρθρο και έλεγε, “μιλάει για παρενόχληση στην πολιτική, αναρωτιέμαι τι γνωρίζει αυτή, ας ψάξω”, είναι πιθανό. Αλλά είναι μία ακραία ερμηνεία».
Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιος Κούλογλου επανήλθε και αυτός στην συγκεκριμένη αναφορά της στο άρθρο, ρωτώντας αν «η περίπτωση σεξουαλικής παρενόχλησης που αναφέρεται στο άρθρο και ανέφερε και η κα Ιν’τ Φελντ, είναι πραγματικό περιστατικό; Αφορά κάποιον υπουργό ή πολιτικό; Ή πρόκειται για μία υποθετική περίπτωση;».
«Πραγματικά θα με λυπούσε αν το άρθρο για τα προβλήματα σεξισμού στην Ελλάδα κατέληγε να είναι ο λόγος που θυματοποιήθηκα ακόμη περισσότερο, αυτή η διάδραση μεταξύ σεξισμού και παρακολουθήσεων. Αλλά ειλικρινά δεν ξέρω τι σύνδεση θα υπήρχε. Δεν περιγράφεται συγκεκριμένο πρόσωπο ώστε να υπάρχει κίνητρο για να στοχοποιηθώ. Αυτό που περιγράφω προέρχεται από την πραγματική εμπειρία μου … αλλά δεν έχει στόχο να καταγράψει ένα πραγματικό περιστατικό, να μιλήσει για ένα πραγματικό πρόσωπο. Δίνω και άλλα παραδείγματα, δεν περιγράφω ένα μόνο άτομο … είναι μία διαδεδομένη εμπειρία … γυναίκες να αποκρούουν το ενδιαφέρον ανδρών σε θέσεις εξουσίας και να εκδιώκονται ή αγνοούνται … περιγράφονται ευρύτερα θέματα, όχι ένα συγκεκριμένο άτομο», υπογράμμισε η κα Σίφορντ.
Η Σίφορντ υπογράμμισε νωρίτερα σε σχετική ανάρτησή της ότι «το σκάνδαλο των υποκλοπών στην Ελλάδα υποδηλώνει την ανάγκη για άμεση αντιμετώπιση από την Ευρωπαϊκή Eνωση των κακόβουλων λογισμικών και της κατάχρησης τους από ευρωπαϊκά κράτη».